fbpx
Skip to main content

«Πάρτε πίσω τoν προληπτικό φόρο 26%» λένε οι επιχειρηματίες

Στραγγαλίζει τις επιχειρήσεις το σχέδιο επιβολής φόρου σε όλες τις συναλλαγές με χώρες που διέπονται από προνομιακό φορολογικό καθεστώς, λέει η αγορά. Μιλά για νέκρωση των εξαγωγών και του εισαγωγικού εμπορίου. Ζητά άμεση απόσυρση.

Την οργή της αγοράς, κυρίως των μεγάλων βιομηχανιών, καθώς και του ναυτιλιακού κόσμου, προκαλεί η ρύθμιση που περιλαμβάνεται στο σχέδιο νόμου για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές και προβλέπει προκαταβολή φόρου 26% επί της συναλλαγής που έχει μια επιχείρηση με εταιρείες που εδρεύουν σε χώρες οι οποίες διέπονται με προνομιακό φορολογικό καθεστώς.

Η ρύθμιση προβλέπει πως η προκαταβολή φόρου 26% επί της δαπάνης θα της επιστρέφεται αζημίως, σε διάστημα όμως δώδεκα μηνών, εφόσον αποδείξει προηγουμένως στη φορολογική διοίκηση ότι η συναλλαγή είναι πραγματική και όχι τριγωνική.

Ηδη, η διοίκηση του ΣΕΒ απέστειλε επιστολή στην αναπληρώτρια υπουργό Οικονομικών Νάντια Βαλαβάνη με την οποία ζητά την απόσυρση του άρθρου 21 του σχεδίου νόμου που περιλαμβάνει τη σχετική ρύθμιση. Σε αντίστοιχες πρωτοβουλίες ετοιμάζονται να προχωρήσουν κατά πληροφορίες και άλλοι φορείς των επιχειρήσεων.

Στελέχη της αγοράς προειδοποιούν πως τυχόν εφαρμογή του μέτρου, το οποίο προωθείται με στόχο την αντιμετώπιση των τριγωνικών συναλλαγών, σημαίνει πως "μαζί με τα ξερά θα καούν και τα χλωρά" και πως οδηγούμαστε "σε νέκρωση μεγάλου μέρους του εισαγωγικού εμπορίου".

Εκπρόσωποι ελληνικών επιχειρήσεων μιλούν για "αυτοκτονικό μέτρο για την ελληνική οικονομία". Οπως εξηγούν, το μεγαλύτερο πρόβλημα αντιμετωπίζουν επιχειρήσεις που εισάγουν πρώτες ύλες για μεταποίηση και επανεξαγωγή, και οι οποίες είναι εκτεθειμένες στον διεθνή ανταγωνισμό.

Η προκαταβολή του 26% θεωρούν πως είναι μια «μπροστινή» χρέωση που αυξάνει το κόστος. Προκειμένου δε να ανταποκριθούν, θα πρέπει να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση με υψηλό κόστος, χωρίς στη συνέχεια να είναι βέβαιο αν θα τους επιστραφεί η «προκαταβολή». "Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την μεγάλη χρονική διάρκεια που τυχόν θα απαιτηθεί για την απόδειξη της αυθεντικότητας της συναλλαγής, θα επιτείνει τις συνθήκες της χρηματοπιστωτικής ασφυξίας που αντιμετωπίζουν σήμερα οι επιχειρήσεις, λόγω έλλειψης ρευστότητας. Επιπλέον και το ύψος των χρεωστικών τόκων με το οποίο θα επιβαρυνθούν, δεν είναι ευκαταφρόνητο" επισημαίνουν στον ΣΕΒ.

Η θέση επιχειρηματικών φορέων, όπως ο ΣΕΒ, είναι πως το νομικό οπλοστάσιο του υφιστάμενου φορολογικού πλαισίου είναι επαρκές. Θεωρούν πως η καλύτερη εποπτεία των συναλλαγών των επιχειρήσεων με διεθνείς αντισυμβαλλόμενους μπορεί να γίνει με ενίσχυση του προληπτικού και κατασταλτικού ελέγχου από τα αρμόδια όργανα της φορολογικής διοίκησης.

Κύκλοι του συνδέσμου τονίζουν πως "για άλλη μια φορά την αδυναμία του φορολογικού μηχανισμού να κάνει αποτελεσματικά τη δουλειά του, την πληρώνουν οι επιχειρήσεις με ατελέσφορες υπερ-ρυθμίσεις που δημιουργούν τεράστια προβλήματα στις ήδη εξαιρετικά επιβαρυμένες επιχειρήσεις".

Οι ίδιοι επιχειρηματίες τονίζουν πως στις περιπτώσεις εισαγωγής προϊόντων που χαρακτηρίζονται ως commodities, προμηθευτές είναι συγκεκριμένες, μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες. Στις περιπτώσεις αυτές η ελληνική επιχείρηση δεν μπορεί να επιλέξει προμηθευτή ανάλογα με την έδρα του, αφού οι πολυεθνικές κάνουν το εμπόριο μέσω θυγατρικών τους που είναι εγκατεστημένες σε χώρες που μπορεί να έχουν ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς και συνεπώς εμπίπτουν στις διατάξεις του νόμου.

Σε κάθε περίπτωση, η εφαρμογή ενός παρόμοιου μέτρου, που περιλαμβάνει ακόμη και τους ναύλους για την μεταφορά των προϊόντων, δεν θα επιβαρύνει απλώς τις εισαγωγές. Όπως τονίζουν με έμφαση εκπρόσωποι εταιρειών, θα καταστρέψει επιχειρήσεις με εξαγωγικό προσανατολισμό, αυξάνοντας κατακόρυφα το κόστος των προϊόντων και καθιστώντας αυτά μη ανταγωνιστικά στο εξωτερικό. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη διατήρηση της παραγωγικής δραστηριότητας και των θέσεων εργασίας.

"Η κυβέρνηση επιβάλλει παρακράτηση φόρου 26% στις συναλλαγές (ναύλοι, πρώτες ύλες, καύσιμα, κ.λπ.) των ελληνικών επιχειρήσεων με διεθνείς αντισυμβαλλόμενους, θέτοντας έτσι σε ομηρία της ελληνικής γραφειοκρατίας μέσα από ασαφείς διαδικασίες για ένα χρόνο" προσθέτουν. Εξηγούν πως "η ρύθμιση αυτή σε συνδυασμό με τη μεγάλη χρονική διάρκεια που τυχόν θα απαιτηθεί για την απόδειξη της αυθεντικότητας της συναλλαγής, θα επιτείνει τις συνθήκες της χρηματοπιστωτικής ασφυξίας που αντιμετωπίζουν σήμερα οι επιχειρήσεις, λόγω έλλειψης ρευστότητας".

Η ρύθμιση μπορεί να έχει και δυσάρεστες επιπτώσεις στην ελληνική ναυτιλία. Οπως εξηγούν στον Πειραιά, αν περάσει το άρθρο, οιαδήποτε ναύλωση από ελληνική εταιρεία δεν θα εκπίπτει των εξόδων, αφού οι πλοιοκτήτριες εταιρείες εδρεύουν παραδοσιακά σε χώρες με ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς. Σοβαρά προβλήματα θα δημιουργηθούν και στη λειτουργία ναυτιλιακών γραφείων που εδρεύουν στην Ελλάδα.
Τι γράφει ο ΣΕΒ στην επιστολή του

Στην επιστολή του ΣΕΒ προς την κα Βαλαβάνη επισημαίνεται πως «σύμφωνα με την υπό διαβούλευση διάταξη, για τις συναλλαγές αυτές θα πρέπει να καταβληθεί παρακρατούμενος φόρος, τα ποσά του οποίου είναι ιδιαίτερα σημαντικά δεδομένης της φύσης της δαπάνης (ναύλοι, πρώτες ύλες, καύσιμα, κλπ). Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την μεγάλη χρονική διάρκεια που τυχόν θα απαιτηθεί για την απόδειξη της αυθεντικότητας της συναλλαγής, θα επιτείνει τις συνθήκες της χρηματοπιστωτικής ασφυξίας που αντιμετωπίζουν σήμερα οι επιχειρήσεις, λόγω έλλειψης ρευστότητας».

Κατά τον ΣΕΒ πρόκειται για περιπτώσεις συναλλαγών που "είναι απόλυτα αυθεντικές και αναγκαίες για την λειτουργία των επιχειρήσεων. Πρόκειται δηλαδή για συναλλαγές, συχνά μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, που αποτελούν θεμέλιο της εμπορικής τους δραστηριότητας και σε καμία περίπτωση δεν καταρτίζονται με σκοπό την απόκτηση φορολογικών πλεονεκτημάτων. Ενδεικτικά, αναφέρουμε τις διεθνείς θαλάσσιες μεταφορές και την προμήθεια πρώτων υλών (χρηματιστηριακά εμπορεύματα ή άλλα) ή καυσίμων".

Αναφορικά με το πρώτο παράδειγμα, "ένα σημαντικό ποσοστό των ναύλων που καταβάλλονται σε ναυτιλιακές εταιρείες για την μεταφορά των προϊόντων, ειδικά για τις εξαγωγές, κατευθύνεται σε κράτη μη συνεργάσιμα ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς σε σχέση με την Ελλάδα, κάτι για το οποίο δεν ευθύνονται οι επιχειρήσεις αλλά ούτε και έχουν εναλλακτικές επιλογές. Στην περίπτωση των καυσίμων, αρκετές εταιρείες που προμηθεύουν καύσιμα ως βοηθητική ύλη για την παραγωγή των προϊόντων για κατανάλωση στην Ελλάδα αλλά και για εξαγωγή έχουν έδρα σε παρόμοια κράτη".

Στον σύνδεσμο θεωρούν επίσης πως "από νομικής άποψης, η προτεινόμενη διάταξη παραβιάζει τόσο το κοινοτικό δίκαιο, όσο και τις διατάξεις των διεθνών συμβάσεων για την αποφυγή διπλής φορολογίας που έχει καταρτίσει η Ελλάδα με τα περισσότερα από τα κράτη που χαρακτηρίζονται ως «προνομιακά φορολογικά καθεστώτα». Κι αυτό διότι, η επιβολή ενός παρακρατούμενου φόρου της τάξεως του 26% στα έσοδα που αποκτούν στην Ελλάδα αλλοδαπές εταιρίες, κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τις οποίες η Ελλάδα έχει καταρτίσει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας με βάση το μοντέλο του ΟΟΣΑ (π.χ. Κύπρος, Ιρλανδία κλπ.), αποτελεί απαγορευμένη διακριτική μεταχείριση εις βάρος αυτών των επιχειρήσεων. Αυτό συμβαίνει στο μέτρο που ο παρακρατούμενος φόρος δεν ισχύει (α) στα εισοδήματα που αποκτούν στην Ελλάδα αλλοδαπές επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ούτε (β) στα εισοδήματα που αποκτούν επιχειρήσεις εγκατεστημένες στην Ελλάδα. Επομένως, η προτεινόμενη διάταξη αναμένεται να προκαλέσει «έκρηξη» καταγγελιών στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και σχετικών δικαστικών διενέξεων εντός και εκτός Ελλάδος".

Τέλος, "σημαντικό πρόβλημα", κατά τον ΣΕΒ, "είναι η πρόσθετη γραφειοκρατία η οποία θα δημιουργηθεί για την απόδειξη της αυθεντικότητας των συναλλαγών, που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την ανάγκη και την τάση απλοποίησης των φορολογικών διαδικασιών ώστε να μειωθεί το διοικητικό βάρος και να μειωθούν οι ευκαιρίες διαφθοράς. Υπενθυμίζουμε σχετικά ότι η ελληνική φορολογική νομοθεσία διαθέτει ήδη σειρά εργαλείων που επιτρέπουν τον έλεγχο της πραγματικής υπόστασης των συναλλαγών και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής (π.χ. αρθ. 38 ν. 4174/2013), χωρίς να δημιουργούν υπέρ το δέον διαχειριστικό και ταμειακό κόστος στις ήδη επιβαρυμένες ελληνικές επιχειρήσεις".
Η επίμαχη διάταξη

Η επίμαχη διάταξη βρίσκεται στο άρθρο 21 του νομοσχεδίου. Ορίζει ότι «το σύνολο τω δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που εμπίπτει σε μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) Είναι κατά το χρόνο έκδοσης του παραστατικού ή κατά το χρόνο διενέργειας της συναλλαγής φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο κατά την έννοια του άρθρου 65 του Κ.Φ.Ε.
(β) Είναι κατά το χρόνο έκδοσης του παραστατικού ή κατά το χρόνο διενέργειας της συναλλαγής φορολογικός κάτοικος σε κράτος που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς σύμφωνα με το άρθρο 65 του Κ.Φ.Ε.
(γ) Είναι συνδεόμενη, εν τοις πράγμασι εταιρεία, χωρίς να έχει συμμορφωθεί πριν τη διενέργεια της συναλλαγής ή την έκδοση του παραστατικού με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται από τον Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών (άρθρο 21 του ν. 4174/2013).
(δ) Δεν διαθέτει στην έδρα της ή σε συνδεδεμένη επιχείρηση την απαιτούμενη οργάνωση και υποδομή για τη διενέργεια – κατ΄ επάγγελμα- ομοειδών συναλλαγών, κατά συνήθεια και επάγγελμα με τη συναλλαγή για την οποία εκδόθηκε το παραστατικό.

Για τις περιπτώσεις γ΄ και δ΄ ο φορολογούμενος οφείλει, προκειμένου να μην εμπίπτει στην μη έκπτωση της δαπάνης, και πριν τη διενέργεια του φορολογικού ελέγχου, να προσκομίσει πλήρη απόδειξη ότι δεν συντρέχουν για τη συγκεκριμένη εταιρεία οι αναφερόμενες συνθήκες.

Για τις περιπτώσεις α΄, β΄, γ' και δ', προκειμένου ο φορολογούμενος να μην εμπίπτει στη μη έκπτωση της δαπάνης, θα πρέπει να καταβάλλει παρακρατούμενο φόρο που προκύπτει από τον ισχύον στην Ελλάδα φορολογικό συντελεστή φόρου εισοδήματος για επιχειρηματική δραστηριότητα επί το συνόλου της εν λόγω δαπάνης. Εφόσον εντός δωδεκαμήνου από τη συναλλαγή, ο φορολογούμενος, αποδείξει ότι πρόκειται περί συνήθους συναλλαγής σε τρέχουσες τιμές αγοράς, θα επιστρέφεται αζημίως για το Δημόσιο ο παρακρατηθείς φόρος στο φορολογούμενο.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται οι διαδικασίες για την εφαρμογή της παρούσας περίπτωσης, και ειδικότερα η διαδικασία ελέγχου που προβλέπεται για τις περιπτώσεις γ' και δ' ανωτέρω».

Με τις παραπάνω διατάξεις είναι σαφές ότι το υπουργείο Οικονομικών επιχειρεί να κόψει με το μαχαίρι εικονικές συναλλαγές με φορολογικούς παράδεισους και χώρες με προνομιακό φορολογικό καθεστώς. Τι γίνεται όμως στην περίπτωση όπου πρόκειται για πραγματικές συναλλαγές; « θα τσακίσει την αγορά και όλες τις υγιείς επιχειρήσεις οι οποίες διαπράττουν το ...αμάρτημα να έχουν εμπορικές συναλλαγές με επιχειρήσεις στην Κύπρο ή τη Βουλγαρία» αναφέρει έμπειρος φοροτεχνικός προσθέτοντας ότι υπάρχει ο κίνδυνος μαζί με τα ξερά να καούν και τα χλωρά, με σοβαρές επιπτώσεις στην επιχειρηματικότητα.
Τι ισχύει σήμερα

Με το άρθρο 23, περίπτωση ιγ του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (το οποίο αλλάζει με το άρθρο 21 του νομοσχεδίου) προβλέπονται ήδη μέτρα για την πάταξη εικονικών συναλλαγών. Ορίζεται ότι στον κατάλογο των μη εκπιπτόμενων επιχειρηματικών δαπανών περιλαμβάνονται το σύνολο των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο ή που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 65 του Κ.Φ.Ε., εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή.

Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν αποκλείει την έκπτωση των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος - μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., εφόσον υπάρχει η νομική βάση για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Ελλάδας και αυτού του κράτους - μέλους.

Πρακτικά λοιπόν σήμερα, κάθε «ύποπτη δαπάνη» δεν μπορεί να εκπέσει από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης, αν δεν προηγηθεί απόδειξη ότι πρόκειται για πραγματική δαπάνη η οποία δεν έχει αποτέλεσμα την φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή.
Τα κράτη με προνομιακό καθεστώς

Σύμφωνα με τον τελευταίο κατάλογο που έχει ανακοινώσει το 2014, το υπουργείο Οικονομικών στη λίστα των χωρών με προνομιακό φορολογικό καθεστώς περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων, η Αλβανία, η Ανδόρα, η Βουλγαρία, το Γιβραλτάρ, η Ιρλανδία, η ΠΓΔΜ, το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Πηγή: euro2day.gr

Τα cookies μας διευκολύνουν να σας παρέχουμε τις υπηρεσίες μας. Με τη χρήση των υπηρεσιών μας επιτρέπετε να χρησιμοποιούμε cookies.