fbpx
Skip to main content

Για τα εισοδήματα των ευκαιριακά απασχολούμενων (ξανά...)

Με το άρθρο 1 παρ. 4 του «μίνι» φορολογικού νομοσχεδίου (N 4330/2015–ΦΕΚ Α΄ 59/16.6.2015) εισήχθη παρ. 35 στο άρθρο 72 του Κ.Φ.Ε. που αναφέρει τα εξής:

«35. Όταν το πραγματικό εισόδημα των φορολογουμένων κατά το φορολογικό έτος 2014 δεν υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ και το τεκμαρτό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 9.500 ευρώ και εφόσον δεν ασκείται επιχειρηματική δραστηριότητα για την οποία απαιτείται η υποβολή δήλωση έναρξης εργασιών ή ατομική αγροτική δραστηριότητα, το εισόδημα αυτό, εξαιρουμένου του εισοδήματος από κεφάλαιο και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου, και η προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων, φορολογούνται με την κλίμακα των μισθωτών – συνταξιούχων της παρ. 1 του άρθρου 15. Εάν το πραγματικό εισόδημα της προηγούμενης παραγράφου υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ, το υπερβάλλον ποσό φορολογείται με την κλίμακα της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και για τους φορολογούμενους που διέκοψαν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα, για το εισόδημα που απέκτησαν μετά τη διακοπή της».

Δεν γνωρίζω με ποιο σκεπτικό συντάχθηκε και ψηφίστηκε η συγκεκριμένη διάταξη, η οποία θα εξηγήσουμε στη συνέχεια γιατί είναι εντελώς άστοχη και επικίνδυνη. Κατά την εισηγητική έκθεση «με τις διατάξεις της παραγράφου 4 τα εισοδήματα που αποκτούν οι περιστασιακά ή ευκαιριακά απασχολούμενοι (άνεργοι, νοικοκυρές, φοιτητές, συμμετέχοντες σε προγράμματα εργασιακής εμπειρίας κ.λπ.) και εφόσον αυτοί δεν είναι επιτηδευματίες, δηλαδή δεν έχουν κάνει έναρξη εργασιών, αντιμετωπίζονται φορολογικά, για λόγους φορολογικής δικαιοσύνης, ως εισόδημα από μισθούς-συντάξεις υπολογιζόμενου του ποσού της μείωσης φόρου των 2.100 ευρώ και χωρίς να βεβαιώνεται προκαταβολή επόμενου έτους».

Κατ’ αρχήν η αιτιολογία της εισηγητικής έκθεσης δεν στέκει καθώς το θέμα αυτής της κατηγορίας φορολογουμένων έχει ήδη αντιμετωπιστεί με την περ.β' της παρ.2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013 όπως ερμηνεύτηκε με την ΠΟΛ.1047/2015 η οποία χαρακτηριστικά ανέφερε ότι αντιμετωπίζονται ως εισοδήματα από μισθωτή εργασία και:  «τα εισοδήματα που αποκτούν φοιτητές, μεταπτυχιακοί φοιτητές, υποψήφιοι διδάκτορες κ.λ.π. εξαιτίας της συμμετοχής τους σε ερευνητικά προγράμματα, καθώς επίσης και οι περιπτώσεις απόκτησης εισοδημάτων από περιστασιακά απασχολούμενους όπως φοιτητές, νοικοκυρές, άνεργοι κ.λπ. που συμμετέχουν σε εργασίες όπως, έρευνες αγοράς, συγκέντρωση ερωτηματολογίων, συλλογή παλιών αντικειμένων ή σιδήρων και οι οποίοι αποκτούν ευκαιριακά εισόδημα».

Αφετέρου και πέρα από το ότι ρυθμίζει το ήδη ρυθμισμένο, ο νέος νόμος συνδέει τη δυνατότητα φορολόγησης του εισοδήματος αυτού με την κλίμακα μισθωτής εργασίας, με το εισόδημα του φορολογουμένου το οποίο δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 6.000 (ή 9.500 τεκμαρτό) εξαιρουμένου του εισοδήματος από κεφάλαιο και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου. Εάν το πραγματικό εισόδημα της προηγούμενης παραγράφου υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ το υπερβάλλον ποσό φορολογείται με την κλίμακα της επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Εν συνεχεία το ίδιο το κείμενο του νέου νόμου:

  • Δεν προσδιορίζει συγκεκριμένη κατηγορία φορολογουμένων που αφορά, σε αντίθεση με την εισηγητική έκθεση. Εξαιρεί από την εφαρμογή της συγκεκριμένης διάταξης μόνο όσους ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα.
  • Συνδέει κατά συνέπεια την κλίμακα φορολόγησης όλων των λοιπών φορολογουμένων με το ύψος του εισοδήματός τους, εξαιρούμενου μόνο του εισοδήματος από κεφάλαιο και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου.
  • Συνδέει την κλίμακα φορολόγησης όλων των φορολογουμένων πλην των εξαιρουμένων με το ύψος του εισοδήματός τους.

Άρα κατά τη γραμματική διατύπωση καταλαμβάνει και όσους αποκτούν εισόδημα από μισθωτή εργασία.

Τι έρχεται και λέει λοιπόν για αυτούς: εάν το πραγματικό τους εισόδημα κατά το φορολογικό έτος 2014 δεν υπερβαίνει το ποσό των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ και το τεκμαρτό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των εννιά χιλιάδων πεντακοσίων (9.500) ευρώ και εφόσον αυτοί δεν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα θα φορολογηθούν με την κλίμακα μισθωτής εργασίας τόσο για το πραγματικό όσο και για το τυχόν τεκμαρτό εισόδημα. Ως εδώ θα μπορούσε κάποιος να πει καλά, δεδομένου ότι ακόμα και εάν το εισόδημά τους υπερβαίνει τις 6.000 ευρώ θα φορολογηθούν σύμφωνα με όσα προβλέπει ο ΚΦΕ. Δηλαδή το εισόδημα από μισθωτή εργασία θα φορολογηθεί με την κλίμακα της μισθωτής εργασίας κ.ο.κ.

Όμως όχι! Προσθέτει ο νομοθέτης ότι: εάν το πραγματικό εισόδημα της προηγούμενης παραγράφου υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ το υπερβάλλον ποσό φορολογείται με την κλίμακα της επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Περίπτωση 1η

Δηλαδή ας υποθέσουμε ότι φορολογούμενος απέκτησε εισόδημα μόνο από μισθούς το 2014 ποσό 12.000 ευρώ.

Α. Υπάγεται τυπικά στη διάταξη; Ναι, αφού εξαιρούνται μόνο οι φορολογούμενοι που το εισόδημά τους δεν υπερβαίνει τα 6.000 ευρώ ή ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα.

Β. Αφού υπάγεται πως θα φορολογηθεί; Κατά το άρθρο 15 θα φορολογηθεί με την κλίμακα μισθωτής εργασίας. Κατά τη συγκεκριμένη διάταξη όμως για το μέρος του εισοδήματός του που υπερβαίνει τις 6.000 θα πρέπει να φορολογηθεί με την κλίμακα επιχειρηματικής δραστηριότητας!

Περίπτωση 2η

Φορολογούμενος απέκτησε εισόδημα από ευκαιριακή εργασία (έστω συμπλήρωση ερωτηματολογίων σε έρευνες αγοράς) ποσό 7.000 ευρώ. Επιπλέον το τεκμαρτό του εισόδημα είναι συνολικά 15.000 ευρώ. Με τις προϊσχύουσες διατάξεις (άρθρο 12 και ΠΟΛ.1047/2015) θα φορολογούταν  με την κλίμακα μισθωτής εργασίας και με την προσκόμιση αποδείξεων 1.500 ευρώ θα κατέβαλλε φόρο 1.200 ευρώ. Με τη νέα διάταξη θα φορολογηθεί με την κλίμακα επιχειρηματικής δραστηριότητας για ολόκληρο το εισόδημά του αφού προϋπόθεση εφαρμογής είναι και το τεκμαρτό του εισόδημα να μην υπερβαίνει το ποσό 9.500 ευρώ. Ακόμα και ο διαχωρισμός του ποσού ισχύει μόνο εάν το πραγματικό εισόδημα υπερβαίνει τις 6.000 και όχι εάν το τεκμαρτό υπερβαίνει τις 9.500 ευρώ. Κατά συνέπεια θα πρέπει να καταβάλλει φόρο 3.900 ευρώ πλέον 2.145 ευρώ ως προκαταβολή.

Συμπέρασμα

Όπως αναφέραμε η νέα διάταξη όπως είναι διατυπωμένη έρχεται σε αντίθεση με τις διατάξεις των άρθρων 12-16 του ΚΦΕ. Πιθανότατα μέσω διευκρινιστικών εγκυκλίων τα πιο έμπειρα στελέχη του Υπ. Οικ. θα καταφέρουν να «διορθώσουν» το νόμο. Ωστόσο αυτό δεν είναι το δέον. Ο νόμος πρέπει να είναι άρτιος, σαφής και κυρίως να μην έρχεται σε αντίθεση με υπάρχουσες εν ισχύ διατάξεις. Στην προκειμένη περίπτωση πιθανότατα πρόθεση των αρμοδίων ήταν η συγκεκριμένη διάταξη να καταλαμβάνει τους φορολογούμενους που αποκτούν εισόδημα της παρ.3 του άρθρου 21 και να αφορά τον τρόπο φορολόγησης του εισοδήματος αυτού. Αλλά η έλλειψη της δέουσας προσοχής κατά τη σύνταξη της διάταξης των επιφορτισμένων με τη σύνταξη της στελεχών, εκθέτει το Υπ.Οικ. ενώ η πρόθεση πιθανότατα ήταν ορθή.

Βαγγέλης Μιχελινάκης

Λογιστής - Φοροτεχνικός,

Σύμβουλος Επιχειρήσεων

Πηγή: epixeirisi.gr

Τα cookies μας διευκολύνουν να σας παρέχουμε τις υπηρεσίες μας. Με τη χρήση των υπηρεσιών μας επιτρέπετε να χρησιμοποιούμε cookies.