fbpx
Skip to main content

Η περιπέτεια του ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση

Δύο διαδοχικά πλήγματα δέχθηκε ο κλάδος της ιδιωτικής εκπαίδευσης την τελευταία περίοδο, των οποίων τα αποτελέσματα θα φανούν κατά τη σεζόν που μόλις ξεκίνησε. Το πρώτο πλήγμα επήλθε με το Ν 4334/2015 και αφορούσε μόνο τα φροντιστήρια όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης και τα κέντρα ξένων γλωσσών και ηλεκτρονικών υπολογιστών.

Το δεύτερο επήλθε με την περίπτωση 1α της υποπαραγράφου  Δ2 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του νόμου 4336/2015 με την οποία τροποποιήθηκε εκ νέου η περ. ιβ της παρ.1 του άρθρου 22 του κώδικα ΦΠΑ, με αποτέλεσμα μετά και την τελευταία τροποποίηση να απαλλάσσεται του ΦΠΑ η ιδιωτική εκπαίδευση μόνο εφόσον οι οργανισμοί που παρέχουν τις υπηρεσίες πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:

  • Να μην έχουν ως σκοπό τη συστηματική επιδίωξη του κέρδους, τα ενδεχόμενα δε κέρδη τους να μην διανέμονται, αλλά να διατίθενται για τη διατήρηση ή τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών.
  • Η διοίκηση και διαχείριση των εν λόγω οργανισμών να ασκείται ουσιαστικά χωρίς μισθό, από πρόσωπα που δεν έχουν, είτε αυτά τα ίδια είτε μέσω τρίτων προσώπων, άμεσο ή έμμεσο συμφέρον από τα αποτελέσματα της εκμετάλλευσης των σχετικών δραστηριοτήτων.
  • Οι τιμές τους να είναι κατώτερες από αυτές που καθορίζονται για ανάλογες πράξεις εμπορικών επιχειρήσεων, οι οποίες υπόκεινται στο ΦΠΑ (!!!).
  • Η απαλλαγή να μην δημιουργεί κίνδυνο στρέβλωσης των όρων του ανταγωνισμού.

Εξαιρείται και εξακολουθεί να απαλλάσσεται του ΦΠΑ η προσχολική εκπαίδευση.

Επίσης σημειώνεται ότι όσον αφορά στους δασκάλους, καθηγητές και γενικά εκπαιδευτές - φυσικά πρόσωπα - που διδάσκουν σε σχολές όλων των κατηγοριών και βαθμίδων εκπαίδευσης ή σε σεμινάρια, έχει γίνει δεκτό από τη Διοίκηση (εγκύκλιος 10/1987) ότι, λόγω της φύσης και του τρόπου παροχής των υπηρεσιών τους, δημιουργούνται μεταξύ των εν λόγω φυσικών προσώπων και των εργοδοτών τους δεσμοί εξάρτησης, όσον αφορά στους όρους εργασίας και την αμοιβή τους, που συνεπάγεται την ευθύνη του εργοδότη τους, κατ' εφαρμογή της διάταξης του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του Κώδικα ΦΠΑ. Συνεπώς, οι υπηρεσίες των εν λόγω φυσικών προσώπων δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΦΠΑ και οι αμοιβές τους δεν υπάγονται στο φόρο αυτό, όπως αντίστοιχα ισχύει για τους μισθωτούς υπαλλήλους[1].

Τέλος,  εξακολουθεί να ισχύει η απαλλαγή των ιδιαίτερων μαθημάτων όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης της περίπτωσης ιγ' της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του Κώδικα με την προϋπόθεση ότι αφορά υπηρεσίες διδασκαλίας που παρέχονται σε μαθητές ή φοιτητές από εκπαιδευτικούς κατ' οίκον για ίδιο λογαριασμό και υπ' ευθύνη τους και όχι στο πλαίσιο μαθημάτων που διοργανώνει και παρέχει στο όνομά του τρίτος φορέας, όπως π.χ. φροντιστήριο.

Δυστυχώς παρά την περί του αντιθέτου σχετική φημολογία η νέα ρύθμιση δεν αντίκειται στις κοινοτικές οδηγίες αφού το άρθρο 132, παρ.1, περ.θ της Οδηγίας 2006/112/ΕΚ ορίζει ότι τα κράτη μέλη απαλλάσσουν την εκπαίδευση των παιδιών ή των νέων, τη σχολική ή πανεπιστημιακή εκπαίδευση, την επαγγελματική εκπαίδευση, επιμόρφωση ή επανακατάρτιση καθώς και τις στενά συνδεόμενες με αυτές παροχές υπηρεσιών και παραδόσεις αγαθών, που πραγματοποιούνται από οργανισμούς δημόσιου δικαίου που επιδιώκουν τους ανωτέρω σκοπούς ή από οργανισμούς που το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος αναγνωρίζει ότι έχουν παρεμφερείς σκοπούς.  Ωστόσο το επόμενο άρθρο 133 δίνει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να ορίζουν, ότι η χορήγηση σε οργανισμούς, εκτός των οργανισμών δημόσιου δικαίου, κάποιων από τις απαλλαγές του άρθρου 132 μεταξύ των οποίων και αυτή των υπηρεσιών εκπαίδευσης, θα εξαρτάται από την τήρηση μιας ή περισσοτέρων από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

«α) οι εν λόγω οργανισμοί δεν πρέπει να έχουν ως σκοπό τη συστηματική επιδίωξη του κέρδους, τα ενδεχόμενα δε κέρδη τους δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να διανέμονται, αλλά να διατίθενται για τη διατήρηση ή τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών,

β) η διοίκηση και διαχείριση των εν λόγω οργανισμών πρέπει να ασκείται ουσιαστικά χωρίς μισθό, από πρόσωπα που δεν έχουν, είτε αυτά τα ίδια είτε μέσω τρίτων προσώπων, άμεσο ή έμμεσο συμφέρον από τα αποτελέσματα της εκμετάλλευσης των σχετικών δραστηριοτήτων,

γ) οι τιμές τις οποίες καθορίζουν οι εν λόγω οργανισμοί πρέπει να έχουν εγκριθεί από τις δημόσιες αρχές ή να μην υπερβαίνουν παρόμοιες εγκεκριμένες τιμές ή, εάν πρόκειται για πράξεις για τις οποίες δεν προβλέπεται έγκριση τιμής, οι τιμές πρέπει να είναι κατώτερες αυτών που καθορίζονται για ανάλογες πράξεις από εμπορικές επιχειρήσεις οι οποίες υπόκεινται στον ΦΠΑ,

δ) οι απαλλαγές δεν πρέπει να δημιουργούν κίνδυνο στρέβλωσης των όρων του ανταγωνισμού σε βάρος των εμπορικών επιχειρήσεων που υπόκεινται στον ΦΠΑ».

Αυτό που είναι ξεκάθαρο από τις παραπάνω διατάξεις είναι ότι η υπαγωγή των υπηρεσιών εκπαίδευσης στον ΦΠΑ δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση κοινοτική υποχρέωση, αλλά συνιστά επιλογή του Έλληνα νομοθέτη, η οποία ωστόσο ασκείται εντός των οριζομένων από την κοινοτική νομοθεσία.

Κρινόμενη από εκεί και πέρα επί της ουσίας η αλλαγή αυτή αναμένεται να έχει τις εξής συνέπειες:

  • Κύμα φυγής μαθητών από την ιδιωτική εκπαίδευση αφού τόσο στα ιδιωτικά σχολεία όσο και κυρίως στα φροντιστήρια, δεν φοιτούν μόνο τα παιδιά ευπόρων οικογενειών αλλά φοιτούν και παιδιά οικογενειών με μεσαία ή χαμηλά εισοδήματα, οι οποίες με αιματηρές θυσίες και οικονομίες προσπαθούσαν και κατάφερναν μέχρι τώρα, να παρέχουν στα παιδιά τους τη δυνατότητα αυτή.
  • Οριακή και μόνο αύξηση των εσόδων του δημοσίου, αφού τα πρόσθετα έσοδα από τον ΦΠΑ θα αντισταθμιστούν εν μέρει από τα μειωμένα έσοδα από τη φορολογία εισοδήματος των σχολείων και των φροντιστηρίων.
  • Aύξηση της ανεργίας των νέων κυρίως εκπαιδευτικών, αφού η μείωση των μαθητών θα οδηγήσει σε ανάλογη μείωση του απασχολούμενου προσωπικού. Αυτό μάλιστα συνεπάγεται και ένα επιπλέον κόστος για το δημόσιο, λόγω των επιδομάτων ανεργίας που θα κληθεί να καταβάλλει.
  • Μαζική υποκατάσταση των φροντιστηριακών μαθημάτων από ιδιαίτερα μαθήματα, όπου οι αμοιβές, όπως είναι γνωστό τοις πάσι, είναι «μαύρες». Άρα τη στιγμή που με κάθε τρόπο το κράτος προσπαθεί να μεταφέρει χρήματα από την παραοικονομία στη νόμιμη οικονομία, με τις νέες ρυθμίσεις δίνεται ένα κίνητρο για την ακριβώς αντίστροφη πορεία.
  • Περαιτέρω υποβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης αφού τη στιγμή που η κυβέρνηση πασχίζει και όπως δείχνουν τα πράγματα αδυνατεί να καλύψει τα κενά σε έμψυχο δυναμικό και υποδομές για τον υπάρχοντα αριθμό μαθητών, η αύξηση και μάλιστα αιφνίδια του αριθμού των μαθητών που θα προέρχονται από ιδιωτικά σχολεία, απειλεί να οδηγήσει τα δημόσια σχολεία σε τριτοκοσμικές καταστάσεις με πολυπληθή τμήματα.

Το θέμα της ιδιωτικής εκπαίδευσης πάντα ξεσήκωνε και ξεσηκώνει ζωηρές συζητήσεις. Προσωπικά ήμουνα και είμαι υποστηρικτής της δημόσιας και δωρεάν παιδείας, ώστε να δίνονται ίσες κατά το δυνατόν ευκαιρίες σε όλα τα παιδιά. Θα μπορούσε ξεκινώντας με αυτό το σκεπτικό η οποιαδήποτε κυβέρνηση να μελετήσει και να δει με ποιους τρόπους θα μπορούσε να ενισχύσει τη δημόσια εκπαίδευση, ώστε να μην καθίσταται στο μέλλον αναγκαία η ύπαρξη της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Και οικονομικά ακόμα θα μπορούσε για παράδειγμα να δημιουργηθεί κάποιο ταμείο με πόρους από κάποια μικρή εισφορά επί των διδάκτρων των ιδιωτικών σχολείων, με σκοπό τη χρηματοδότηση αποκλειστικά και μόνο αναγκών των δημοσίων σχολείων. Σε κάθε περίπτωση όμως οι όποιες αποφάσεις πρέπει να είναι αποτέλεσμα μελέτης και σχεδιασμού και όχι αποτέλεσμα της ανάγκης να παρουσιάσουμε κάποια «νούμερα» στους δανειστές. Η ψήφιση δύο νόμων για το ίδιο θέμα, οι δηλώσεις του υπουργού περί κατάργησης του νόμου με Π.Ν.Π. λίγες ημέρες μετά την ψήφισή του, η αναίρεση της απόφασης για την έκδοση της Π.Ν.Π., η επαναφορά της με νέα δήλωση του υπουργού, για να καταλήξουμε τελικά στην παράταση της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης μεταβολής στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. μέχρι τις 16/10 με διοικητική απόφαση, δείχνει τη «σοβαρότητα» με την οποία αντιμετωπίστηκε το ζήτημα. Ας ελπίσουμε ότι η όποια κυβέρνηση προκύψει από τις προσεχείς εκλογές θα επανεξετάσει το όλο ζήτημα και μέσα από μελέτη και διάλογο με τους εμπλεκόμενους φορείς θα καταλήξει σε σωστές αποφάσεις. Επίσης θα ήταν καλό προκειμένου να μην έχει συμβεί μέχρι τότε ήδη ανεπανόρθωτη ζημιά, έστω και με Π.Ν.Π., να ανασταλεί η εφαρμογή των νέων διατάξεων, ώστε να δοθεί ο χρόνος που απαιτείται για τη συζήτηση και τη λήψη των ορθών αυτών αποφάσεων.   

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΜΙΧΕΛΙΝΑΚΗΣ

ΛΟΓΙΣΤΗΣ ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ

ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Πηγή: epixeirisi.gr

Τα cookies μας διευκολύνουν να σας παρέχουμε τις υπηρεσίες μας. Με τη χρήση των υπηρεσιών μας επιτρέπετε να χρησιμοποιούμε cookies.