fbpx

Λογιστικός Σύλλογος Αθηνών - LSA.gr

Κάλυψη αντικειμενικών δαπανών των δύο συζύγων ή μελών του συμφώνου συμβίωσης (Μ.Σ.Σ.)

Κατά την ψήφιση του Ν 4356/2015 (Σύμφωνο συμβίωσης, άσκηση δικαιωμάτων κ.λπ.), είχα υποστηρίξει ότι αφού σύμφωνα με τον ΚΦΕ (Ν 4172/2013, άρθρο 67, παρ. 4): «οι σύζυγοι, κατά τη διάρκεια του γάμου, υποχρεούνται να υποβάλουν κοινή δήλωση για τα εισοδήματά τους…» ,

σκόπιμο θα ήταν να ευθυγραμμισθεί η διάταξη αυτή και για τα μέρη του συμφώνου συμβίωσης. Αυτό, γιατί στην παραπάνω κλασική φορολογική διάταξη δεν γινόταν αναφορά, όπως ήταν φυσικό, σε μέρη συμφώνου συμβίωσης, αλλά σε συζύγους και επειδή οι φορολογικές διατάξεις, στο πλαίσιο του νέου (τότε) νόμου για το «σύμφωνο», εντάσσονταν στη αναφορά του άρθρου 12 (δηλαδή: ανάλογη εφαρμογή άλλων διατάξεων, άλλων νόμων), δεν διευκρινιζόταν αν τα μέρη του συμφώνου συμβίωσης υποχρεούνταν ή όχι να υποβάλουν κοινή φορολογική δήλωση.

Ωστόσο, αργότερα ο νομοθέτης[1] το «έλυσε» το ζήτημα, κατά τη γνώμη μου σε λάθος πορεία, αφού διαφοροποίησε τα, ας πούμε, κανονικά ζευγάρια, με αυτά που επέλεξαν το σύμφωνο συμβίωσης, ασχέτως φύλου. Απεφάσισε δηλαδή ο νομοθέτης, ότι ενώ οι σύζυγοι (εννοείται, οι κανονικοί), κατά την διάρκεια του γάμου, υποχρεούνται να υποβάλουν κοινή δήλωση για τα εισοδήματά τους, δεν ισχύει το ίδιο για τους έχοντες υπογράψει σύμφωνο συμβίωσης:  «κοινή δήλωση δύνανται να υποβάλουν και τα πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης». Συνεπώς, όσοι έχουν υπογράψει σύμφωνο συμβίωσης, ανεξαρτήτως φύλου, θα έχουν την υποχρέωση να υποβάλουν κοινή φορολογική δήλωση, μόνο αν επιλέξουν να δηλώσουν την σχετική μεταβολή στο Μητρώο της ΔΟΥ, οπότε θα θεωρούνται «κανονικό» ζευγάρι (πάντα, από άποψη Φορολογίας, μην…παρεξηγηθώ).

Αξίζει να σημειώσουμε, ότι η προαναφερόμενη διαφοροποίηση έχει «βοηθήσει» αρκετά ζευγάρια, κυρίως πολιτικών και κρατικών λειτουργών της νέας γενιάς, που ενώ ζουν κανονικά και αναπτύσσουν την οικογένειά τους με σύμφωνο συμβίωσης, εκμεταλλευόμενοι το «δυνητικό»  του νόμου, δεν υποχρεούνται σε κοινή φορολογική δήλωση, άρα ούτε σε κοινή δήλωση πόθεν έσχες, για να αποδείξουν την προέλευση των εισοδημάτων και της περιουσίας τους, κατά την διάρκεια της κοινής τους συμβίωσης.  Διότι, η ηλεκτρονική υποβολή της δήλωσης του πόθεν έσχες, αντλεί στοιχεία από το taxis net, συνεπώς εφόσον δεν υποβάλλεται κοινή δήλωση, το σύστημα δεν «βλέπει» τα εισοδήματα και την περιουσιακή κατάσταση του άλλου μέρους του συμφώνου συμβίωσης.

Σε κάθε περίπτωση, εξακολουθώ να υποστηρίζω ότι όσοι συμβιούν και έχουν αποφασίσει την κοινή πορεία τους στη ζωή και ακολούθως συναίνεσαν στην υπογραφή συμφώνου συμβίωσης, φρόνιμο είναι να υποβάλουν κοινή φορολογική δήλωση, αγνοώντας την δυνητική διάσταση του νόμου. Υπό την έννοια αυτή,  εφόσον τηρηθούν τα διαδικαστικά θέματα (κατάθεση του συμβολαιογραφικού συμφώνου στην Ληξιαρχική Αρχή και εν συνεχεία στο Μητρώο της ΔΟΥ), αν αναφερόμαστε σε ομόφυλα  μέρη, θα πρέπει, για σκοπούς φορολογίας το ένα μέρος να «αναλάβει» τον ρόλο του υπόχρεου, ενώ το άλλο μέρος θα πρέπει να εμφανιστεί ως «δεύτερο» στην φορολογική δήλωση. Κατά συνέπεια, η μόνη διαφοροποίηση που παρατηρείται  είναι ότι θα πρέπει για σκοπούς φορολογίας ένα από τα δύο ομόφυλα μέρη, βάσει του συμφώνου συμβίωσης, να αναλάβει τον ρόλο του φορολογικού υπόχρεου, οπότε εξ αντιδιαστολής, το άλλο μέρος (χωρίς να υποβιβάζεται η συμμετοχή του στην μεταξύ τους σχέση), θα συμπληρώσει τα στοιχεία του στις ενδείξεις: (ΣΥΖΥΓΟΥ/Μ.Σ.Σ.) του Πίνακα 1, του εντύπου της φορολογικής δήλωσης (Ε1). Ωστόσο, εν συνεχεία και επί της ουσίας, «διευκολύνεται» η φορολογική αντιμετώπιση των εισοδημάτων των μερών του συμφώνου συμβίωσης, υπό την έννοια ότι δηλώνεται και εμφανίζεται ένα οικογενειακό εισόδημα, το οποίο μπορεί να καλύψει τόσο αντικειμενικές δαπάνες και υπηρεσίες (τεκμήρια διαβίωσης), όσο και δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων (τεκμήρια κτήσης), ενώ δεν προκύπτει επιπλέον φορολογική επιβάρυνση, αφού τα εισοδήματα των μερών που συμμετέχουν στο σύμφωνο, εκκαθαρίζονται διακεκριμένα, όπως προβλέπεται από τη νομοθεσία.

Παράδειγμα:

Μέρη συμφώνου συμβίωσης (ετερόφυλα ή ομόφυλα) διαθέτουν τα παρακάτω εισοδήματα και λοιπά στοιχεία φορολογικού έτους 2016, ενώ έχουν υποβάλλει σχετικές δηλώσεις στο τμήμα Μητρώου της Δ.Ο.Υ. φορολογίας τους, για την υποβολή κοινής φορολογικής δήλωσης.

 

 

 

 

 

 

 

 


Εφόσον η δήλωση θα υποβληθεί από κοινού και εκ του γεγονότος ότι το «Μέρος Β» δεν διαθέτει ικανό εισόδημα για την κάλυψη της ελάχιστης αντικειμενικής δαπάνης του, το υπόλοιπο του πραγματικού εισοδήματος του «Μέρους Α», θα καλύψει την προστιθέμενη αυτή διαφορά τεκμηρίων, η οποία θα φορολογούταν βάσει της περ. β, παρ. 1 του άρθρου 34 ΚΦΕ (ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα). Εκτός αυτού, λόγω της κοινής διαμονής τους, καλύπτεται και η αντικειμενική δαπάνη της κατοικίας.

Πλήθος παρόμοιων παραδειγμάτων είναι δυνατόν να καταγραφούν, με την ευκαιρία της υποβολής των φορολογικών δηλώσεων, αυτή την περίοδο.

Νίκος Σγουρινάκης

Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
 

[1] Άρθρο 8 του  Ν 4374/2016, με το οποίο αντικαταστάθηκε η παρ. 4 του άρθρου 67 του Ν 4172/2013 (ΚΦΕ)

 
Πηγή: epixeirisi.gr