Skip to main content

Σε 90 μέρες «κληρώνει» το στοίχημα της ανάπτυξης...

Η επανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών συστημικών τραπεζών αποτελεί το πρώτο σημαντικό βήμα προκειμένου οι τράπεζες να επιστρέψουν στον βασικό τους ρόλο και να χρηματοδοτήσουν την ελληνική οικονομία.

    Ομως δεν μπορεί από μόνη της η επανακεφαλαιοποίηση να αποτελέσει τη μοναδική προϋπόθεση για να μπορέσει ο τραπεζικός κλάδος να «παίξει» τον ρόλο του μοχλού της επανεκκίνησης της οικονομίας.

Συχνά-πυκνά γίνονται πολιτικές διαμάχες με επίκεντρο τον τραπεζικό δανεισμό και η απάντηση που δίνεται είναι ότι μετά την επανακεφαλαιοποίηση θα αποκατασταθεί η ροή χρηματοδότησης. Παράλληλα πολλοί βουλευτές εντός και εκτός κυβέρνησης, επιζητούν συμφωνίες με τις τράπεζες για να ανοίξουν οι «κάνουλες» και άλλοι ψέγουν την κυβέρνηση επειδή δεν έχει κάνει τέτοιες συμφωνίες.

Και οι δύο πλευρές γνωρίζουν ότι για να ανοίξουν οι «κάνουλες» στις χορηγήσεις, θα πρέπει το πολιτικό σύστημα να λάβει συγκεκριμένες αποφάσεις για την ελληνική οικονομία και να προχωρήσει σε ενέργειες οι οποίες θα αποκαταστήσουν τη σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ των αγορών και του ελληνικού Δημοσίου.

Η κυβέρνηση και η ελληνική οικονομία εισέρχονται σε ένα κρίσιμο διάστημα το προσεχές τρίμηνο, που θα καθορίσει την πορεία και την προοπτική της οικονομίας και ειδικότερα, τους χρόνους ανάκαμψης. Αυτή είναι η γνώμη μερίδας οικονομικών αναλυτών καθώς, όπως επισημαίνουν, σε αυτό το χρονικό διάστημα θα κριθεί η επιτυχία των ιδιωτικοποιήσεων, η ολοκλήρωση της επανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών με τις επικείμενες αυξήσεις του μετοχικού τους κεφαλαίου και η... αποκάλυψη του φορολογικού νομοσχεδίου.

Σημάδι
Οι αγορές έχουν στραμμένα τα μάτια τους στις προγραμματισμένες ιδιωτικοποιήσεις διότι αυτό κατά τη διεθνή επενδυτική κοινότητα είναι ένα έμπρακτο σημάδι για τη «στροφή» που η Ελλάδα επιχειρεί να κάνει προς την Ευρωζώνη.

Οσον αφορά την επανακεφαλαιοποίηση, οι αγορές αναμένουν να δουν το «καθεστώς» κάτω από το οποίο θα λειτουργούν και το αν θα επιτύχουν οι αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου. Και το φορολογικό νομοσχέδιο θα καθορίσει την εμπιστοσύνη που θα χτιστεί (ή θα γκρεμιστεί) μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής εξουσίας.

Η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των αγορών στη χώρα είναι μία από τις βασικότερες προϋποθέσεις για να μπορέσει ο τραπεζικός κλάδος να συνδράμει καθοριστικά στην ανάπτυξη. Τραπεζικά στελέχη εξηγούν ότι η ρευστότητα είναι εξαιρετικά περιορισμένη αφού η μόνη «πηγή» άντλησης κεφαλαίων είναι το ευρωσύστημα.

Το «χρηματοδοτικό κενό» που έχει δημιουργηθεί από τη φυγή περίπου 80 δισ. ευρώ σε καταθέσεις, αλλά και από το γεγονός ότι πριν από την κρίση οι ελληνικές (και οι διεθνείς) τράπεζες δάνειζαν πολύ περισσότερα κεφάλαια από τις καταθέσεις που διατηρούσαν, έχει φέρει σε δύσκολη θέση τα πιστωτικά ιδρύματα. Οι ίδιοι τονίζουν ότι το κενό που έχει δημιουργηθεί αντιστοιχεί σε περίπου 130 δισ. ευρώ, το οποίο το λαμβάνουν από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με επιτόκιο 1%.

Για να είχαν τη δυνατότητα οι τράπεζες να δανείσουν τους ιδιώτες και τις επιχειρήσεις, θα έπρεπε η ΕΚΤ να δώσει παραπάνω κεφάλαια στα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα από τα 130 δισ. ευρώ. Στόχος όμως της ΕΚΤ είναι η άμεση απεξάρτηση των ελληνικών τραπεζών από τα 130 δισ. ευρώ, λόγος για τον οποίο έχει ζητήσει από τις διοικήσεις να καταρτίσουν ειδικά σχέδια για το πώς θα το κάνουν. Η ίδια η τρόικα, δηλαδή, βάζει προτεραιότητα στην αποπληρωμή του? εαυτού της και όχι στη χρηματοδότηση της οικονομίας. Εκτός εάν ανοίξουν οι αγορές.

Αυστηρά κριτήρια
Αλλωστε, η επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών γίνεται για να καλύψει τις «τρύπες» που δημιούργησε η διαγραφή του ελληνικού χρέους. Παράλληλα, τραπεζικοί αναλυτές εκτιμούν ότι θα προκύψουν ακόμα μεγαλύτερες ανάγκες κεφαλαίων εφόσον η ύφεση παραμένει στα τρέχοντα επίπεδα, η ανεργία αυξάνεται και η αγοραστική δύναμη μειώνεται.

Ακόμα όμως και αν οι τράπεζες ανοίξουν τις λεγόμενες «κάνουλες», τα κριτήρια πλέον για τους υποψήφιους δανειολήπτες έχουν γίνει ιδιαίτερα αυστηρά. Και αυτό δεν ισχύει μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Δύσκολα θα μπορέσει η επιχειρηματική κοινότητα αλλά και οι ιδιώτες να καλύψουν αυτά που θα τους ζητούνται.

Την ίδια ώρα, το χρήμα θα παραμείνει ακριβό για αρκετό καιρό ακόμη. Η ζήτηση θα βαίνει μειούμενη για νέα δάνεια, ενώ αντίθετα θα αυξάνονται οι αναδιαρθρώσεις.

Γι' αυτό, τραπεζικοί και οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν ότι ακόμα και αν ξεκινήσει κάποια χρηματοδότηση στην αγορά μετά την επανακεφαλαιοποίηση, αυτή θα είναι σταδιακή. Τα ποσά δεν θα είναι μεγάλα και οι ρυθμοί θα είναι χαμηλοί.

Η πρώτη κίνηση των εποπτών
Θα μειωθεί το επιτόκιο στις καταθέσεις προθεσμίας

Μείωση των επιτοκίων των προθεσμιακών καταθετικών λογαριασμών θα επιβάλουν οι επίτροποι που έχει διορίσει η τρόικα. Στόχος είναι η μείωση του κόστους που δημιουργούν οι υψηλές αποδόσεις αποταμιεύσεων στις ελληνικές τράπεζες.

Η κίνηση αυτή της τρόικας δεν έρχεται ως έκπληξη αφού έχει προαναγγελθεί από το μνημόνιο στο οποίο αναφέρεται ότι «η πολιτική στις καταθέσεις δεν θα θέτει σε κίνδυνο τη χρηματοοικονομική θέση της τράπεζας και το καθαρό επιτοκιακό της περιθώριο.

Η τράπεζα θα διασφαλίσει ότι η επιτοκιακή πολιτική στις καταθέσεις ενισχύει τη βιωσιμότητα και τη μελλοντική της κερδοφορία». Η αγορά ελπίζει ότι η μείωση των επιτοκίων των καταθέσεων θα συμπαρασύρει προς τα κάτω και των χορηγήσεων. Ομως, κάτι τέτοιο αρχικά δεν θα συμβεί, στην ίδια αναλογία τουλάχιστον, αφού ο στόχος είναι αύξηση των προ-προβλέψεων λειτουργικών τους κερδών.

Θυμίζουμε ότι στην Εκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος στην οποία καθορίζονται οι κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών, έχουν προβλεφθεί περί τα 11 δισ. ευρώ λειτουργικά κέρδη για την επόμενη τριετία.

Ενας ακόμη λόγος για τον οποίο δεν θα γίνει μείωση στα επιτόκια των δανείων, είναι διότι οι τράπεζες πλέον τιμολογούν πιο υψηλά (πιο ακριβά) λόγω του αυξημένου ρίσκου χορηγήσεων, έναντι της «τυφλής» χορήγησης δανείων που επί σειρά ετών ακολουθούσαν ως «πολιτική».

Πηγή: Έθνος

Εγγραφείτε στο newsletter του
Λογιστικού Συλλόγου Αθηνών