Skip to main content

Τη μείωση της φορολόγησης ακινήτων συστήνει η ΤτΕ

Το τρίτο υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ διαθέτει η Ελλάδα όσον αφορά τα κόστη που συνοδεύουν τη μεταβίβαση ενός ακινήτου, προσεγγίζοντας το 14% επί της συνολικής αξίας, πίσω μόνο από το Βέλγιο και τη Γαλλία.


Αυτό επισημαίνει η έκθεση της Τραπέζης της Ελλάδος για τη νομισματική πολιτική, όπου τονίζεται ότι το φορολογικό πλαίσιο των ακινήτων, αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για τη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη του κλάδου της οικοδομής.

Μάλιστα, όπως αναφέφερει δημοσίευμα της Καθημερινής, η υψηλή θέση της Ελλάδας στη σχετική κατάταξη του ΟΟΣΑ έχει «κατακτηθεί» παρά το γεγονός ότι πρόσφατα μειώθηκαν τα συμβολαιογραφικά έξοδα και τα έξοδα παράστασης δικηγόρου. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι τόσο η Γαλλία, όσο και το Βέλγιο, ναι μεν έχουν εξίσου υψηλό κόστος μεταβίβασης, αλλά δεν φορολογούν σχεδόν καθόλου την κατοχή ακινήτων.

Στην Ελλάδα, ως γνωστόν, συμβαίνουν και τα δύο, δηλαδή και το κόστος μεταβίβασης είναι πολύ υψηλό και πλέον, μετά την επιβολή του Ειδικού Τέλους Ακινήτων και του ΦΑΠ (Φόρος Ακίνητης Περιουσίας) και τα πάγια έξοδα συντήρησης ενός ακινήτου έχουν αυξηθεί σημαντικά.

Φόρος μεταβίβασης

Σύμφωνα με την ΤτΕ, η πλήρης κατάργηση της υποχρεωτικής παράστασης δικηγόρου από το 2014 θα ελαφρύνει μεν κι άλλο το κόστος μεταβίβασης, αλλά ο κυριότερος επιβαρυντικός παράγοντας παραμένει ο φόρος μεταβίβασης, ο οποίος σήμερα, διατηρείται σε 8% για τα πρώτα 20.000 ευρώ αξίας και σε 10% για την υπόλοιπη αξία του ακινήτου. Η ΤτΕ τονίζει ότι για να τονωθεί και να ανακάμψει η ελληνική αγορά ακινήτων, είναι απαραίτητη η καθιέρωση ενός φορολογικού πλαισίου που θα περιορίζει το κόστος μεταβίβασης ακινήτων, ενώ παράλληλα θα διευρύνει τη φορολογική βάση ανάλογα και με τη φοροδοτική ικανότητα των ιδιοκτητών. Επίσης, στόχευση της κυβέρνησης θα πρέπει να είναι η απλούστευση του υφιστάμενου συστήματος, ενοποιώντας τους πολλούς επιμέρους φόρους σε έναν ενιαίο και προοδευτικό φόρο επί των ακινήτων, που θα είναι σταθερός για τα επόμενα 5-10 χρόνια.

Μέχρι πάντως να συμβεί αυτό, η ελληνική κτηματαγορά εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από υπερπροσφορά και σημαντική μείωση τιμών, τόσο αγοράς όσο και ενοικίασης. Μάλιστα, τα μεγαλύτερα προβλήματα κατά την ΤτΕ αντιμετωπίζει ο κλάδος των επαγγελματικών ακινήτων (γραφεία, καταστήματα), όπου ασκούνται σημαντικές πιέσεις για επαναδιαπραγμάτευση των ενοικίων. Στην αγορά κατοικίας, το 2012 και κατά το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, οι τιμές συνέχισαν να μειώνονται, αλλά με σαφώς ταχύτερο ρυθμό, συγκριτικά με τα πρώτα χρόνια της υφιστάμενης οικονομικής κρίσης. Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκεντρώνει και επιμελείται η ΤτΕ από τα πιστωτικά ιδρύματα, κατά το 2012, η μέση ετήσια πτώση των τιμών των κατοικιών διαμορφώθηκε σε 11,7%, ενώ κατά το πρώτο φετινό τρίμηνο, η υποχώρηση ήταν της τάξεως του 11,5% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.

Ήδη, από την αρχή της κρίσης στην εγχώρια κτηματαγορά (στα τέλη του 2008) και μέχρι σήμερα, η πτώση των τιμών των διαμερισμάτων στην Αθήνα αγγίζει το 29,4% και στη Θεσσαλονίκη το 32,7%. Μάλιστα, όλα δείχνουν ότι η πτώση θα προσεγγίσει το 40% στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα μέχρι το τέλος του έτους, δεδομένου ότι η ανεργία εξακολουθεί να αυξάνεται, το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών συνεχίζει να συρρικνώνεται, η φορολογία παραμένει υψηλή και οι τράπεζες εξακολουθούν να εφαρμόζουν αυστηρότερα κριτήρια δανειοδότησης.

Πηγή: Φορολογικά Νέα

Εγγραφείτε στο newsletter του
Λογιστικού Συλλόγου Αθηνών

We use cookies on our website. Some of them are essential for the operation of the site, while others help us to improve this site and the user experience (tracking cookies). You can decide for yourself whether you want to allow cookies or not. Please note that if you reject them, you may not be able to use all the functionalities of the site.